Κάθε άνθρωπος και οργανισμός υπάρχουν στιγμές που καλούνται να πάρουν γενναίες αποφάσεις. Και επειδή δυστυχώς ελάχιστα πράγματα είναι εύκολα στη ζωή, αυτές έχουν κόστος. Είτε προσωπικό (το λιγότερο ίσως), είτε ηθικό απέναντι σε αξίες, αρχές και ιδέες, είτε κόστος που αφορά πρόσωπα και καταστάσεις που υπάρχουν γύρω. Στις περιστάσεις αυτές, η κατάσταση μοιάζει συνήθως χαμένη από όλες τις πλευρές. Αυτό όμως είναι μια ψευδαίσθηση. Διότι πάντα θα υπάρχει η ζυγαριά στην οποία θα πρέπει τουλάχιστον να μπορείς να αξιολογήσεις το κόστος στη μία και την άλλη περίπτωση. Και άμα καταφέρεις να τις ιεραρχήσεις σωστά, τότε –μακροπρόθεσμα έστω– θα είσαι νικητής. Θα είσαι τουλάχιστον ήσυχος με τη συνείδησή σου.
Στην πολιτική, που λοιδορείται –όχι αναίτια– με μανία και ευκολία τα τελευταία χρόνια, τα διλήμματα αυτά είναι έτι δυσκολότερα. Υπάρχουν οι ώρες εκείνες που από πολιτικές αποφάσεις θα κριθεί το μέλλον μιας χώρας και ενός λαού. Και σε προσωπικό επίπεδο θα κριθεί το πώς θα γραφτεί στην ιστορία το όνομα ενός πολιτικού.
Έχουμε πει πάρα πολλά τα τελευταία χρόνια, οι λίγοι που από την αρχή προσπαθήσαμε να προκαλέσουμε με όλους τους δυνατούς «ειρηνικούς» τρόπους τη λήψη κάποιων ελάχιστων μέτρων που θα απέτρεπαν την οικονομία μας από το να βρεθεί μόλις προ της ανάγκης διάσωσης και μηχανισμών στήριξης. Αναγνωρίζαμε όμως πάντα την αντικειμενική πραγματικότητα. Ότι ζητούσαμε από το ΑΚΕΛ να αντιστρατευτεί τον εαυτό και τα πιστεύω του – όσο ουτοπικά και αν εμείς πιστεύουμε ότι αυτά είναι. Ζητούσαμε μια τεράστια υπέρβαση, που για έναν γνήσιο αριστερό σήμαινε ιδεολογική προδοσία. Να γίνει το κόμμα του –έστω προσωρινά– μια Αριστερά «κίβδηλη». Να αφαιρέσει ωφελήματα –όσο παράλογα και αν ήταν– από εργαζομένους, να κάνει οικονομίες στις κοινωνικές παροχές, να βοηθήσει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να προκαλέσουν ανάπτυξη. Κυρίως, να βάλει στο μυαλό του την πιθανότητα ένα κράτος να χρεοκοπήσει, για να μπορέσει να σκεφθεί το πώς αυτό το ενδεχόμενο μπορεί να αποτραπεί.
Καλύτερα μια Αριστερά προσωρινά «κίβδηλη» παρά μια Αριστερά «παιδοκτόνος» |
Το γιατί του ζητούσαμε να κάνει αυτή την αυτοθυσία, γίνεται δυστυχώς πολύ εμφανές όσο περνά ο καιρός. Και ακριβώς εδώ είναι που μπαίνει η ζυγαριά και η άλλη της πλευρά. Όπου βρίσκονται η απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, το να βρίσκεται η χώρα υπό ξένη κηδεμονία, το να μειώνονται πραγματικά μισθοί αντί να περιορίζονται απλά προνόμια, το να φεύγει κόσμος από τον δημόσιο και ημιδημόσιο τομέα, το να μάθουμε να ζούμε με διψήφιους δείκτες ανεργίας (50.000 και πάνω ανθρώπους), το να μπούμε σε παρατεταμένη ύφεση. Να είναι ο Κύπριος πολίτης μίζερος και σκυθρωπός στην καθημερινότητά του, όπως ακριβώς είναι και ο Ελλαδίτης, ο Ιταλός, ο Ισπανός σήμερα. Κινδυνεύει στις μέρες μας η Αριστερά στην Κύπρο να γίνει μια Αριστερά «παιδοκτόνος» των όσων διατείνεται ότι εκπροσωπεί και προστατεύει. Κυρίως των εργαζομένων.
Στα τέσσερα σχεδόν χρόνια που πέρασαν από την εκλογή του κ. Χριστόφια στην προεδρία, η προστασία του αριστερού «προφίλ» και η ψευδαίσθηση της διαφύλαξης του κόμματος υπήρξε η πρώτη προτεραιότητα. Οι κ. Χριστόφιας και Σταυράκης, που κλήθηκαν να λάβουν αποφάσεις, δεν έκαναν τίποτα, ελπίζοντας σε ένα θαύμα που θα μας έβγαζε από την κατηφόρα. Το ίδιο το ΑΚΕΛ δεν ήθελε καν να σκεφτεί ενδεχόμενα μέτρα που θα καταρράκωναν την εικόνα του.
Σήμερα, στο πηδάλιο της οικονομίας βρίσκεται μεν ένας άλλος άνθρωπος, αλλά ο καπετάνιος, οι αξιωματικοί και το πλήρωμα είναι ακριβώς οι ίδιοι. Τον κ. Καζαμία δεν τον γνωρίζω προσωπικά, αναγνωρίζω όμως ότι στην πορεία έδειξε πως μπορεί να λάβει αποφάσεις δύσκολες. Δείχνει σήμερα να αντιλαμβάνεται την κατάσταση, κάτι που είναι ήδη μια πρόοδος. Είμαι βέβαιος ότι και στο ΑΚΕΛ άρχισαν πλέον να μετρούν το κόστος αντιλαϊκών μέτρων από τη μια, σε σχέση με το πιθανό κόστος ένταξης στον μηχανισμό. Και το ισοζύγιο είναι προφανές ότι θα είναι εξαιρετικά πιο αρνητικό στη δεύτερη περίπτωση. Για τον Πρόεδρο, πιστεύω ότι απλά προτιμά να μην τα σκέφτεται.
Πιθανόν να είναι ήδη αργά για την οικονομία, αλλά αν έχουμε έστω μια πιθανότητα, είναι η τελευταία στιγμή να την δοκιμάσουμε. Είναι τώρα η ώρα του κ. Κίκη Καζαμία να δείξει –όχι φεύγοντας όπως το 2004 αλλά πολεμώντας αυτή τη φορά– κατά πόσον προτιμά μια Αριστερά προσωρινά «κίβδηλη» από μια Αριστερά «παιδοκτόνο». Αυτό είναι το δίλημμα.