Τα εκλογικά παιγνίδια δεν τελείωσαν όπως πολλοί ίσως να νομίζουν. Αντιθέτως, μόλις τώρα ξεκίνησαν. Ούτως ή άλλως οι βουλευτικές κάθε φορά στην Κύπρο αποτελούν το εναρκτήριο λάκτισμα του πολιτικού ματς. Ενός ματς που αρχίζει με τις βουλευτικές, συνεχίζεται με τις δημοτικές και κορυφώνεται στις προεδρικές εκλογές.
Είναι μία παγκόσμια πραγματικότητα, ότι σε προεκλογικές περιόδους δυσάρεστα μέτρα δεν μπορούν να ληφθούν. Η περίοδος πραγματικής και ουσιαστικής ευκαιρίας για κάθε κυπριακή κυβέρνηση να κάνει αντιδημοφιλή πράγματα, κλείνει λίγο μετά από το μισό της θητείας της. Για τον κ. Χριστόφια λοιπόν, η «χαλαρή» περίοδος τελείωσε τον Δεκέμβριο του περασμένου χρόνου. Χαλαρή εντός εισαγωγικών, γιατί μάλλον αποτελεί την περίοδο με τη μεγαλύτερη ενδοκυβερνητική ένταση.
Ο λόγος που τα αναλύω αυτά είναι η κατάσταση στην οικονομία και η προοπτική να γίνει επιτέλους κάτι. Διότι, πλέον δεν χωράει καμία αμφισβήτηση, έχουμε πρόβλημα. Και το πρόβλημα είναι ήδη μεγάλο και αποδεδειγμένα γίνεται εξαιρετικά επικίνδυνο. Το γιατί, θα επιχειρήσω να το εξηγήσω βάζοντας απέναντι από τα επιχειρήματα της κυβέρνησης τις αδυσώπητες σημερινές πραγματικότητες.
Οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ σε όλη την προεκλογική εκστρατεία έκαναν σημαία τη δήλωση ενός Ευρωπαίου Επιτρόπου, θέλοντας να πείσουν ότι είμαστε σε καλό δρόμο. Σήμερα, ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μας ζητά να εφαρμόσουμε ένα μίνι μνημόνιο σωτηρίας.
Το αμέσως επόμενο, είναι το μόνο διάστημα για να σωθεί η οικονομία |
Οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ σε όλη την προεκλογική εκστρατεία ήθελαν να πείσουν τους πολίτες ότι διέσωσαν το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων και ότι δεν υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στο συνταξιοδοτικό. Σήμερα, η καλά κρυμμένη για μήνες έκθεση Μουχάννα δείχνει ότι το πρόβλημα είναι ακόμη μεγαλύτερο και απ’ αυτό που παρουσιαζόταν σαν κασσανδρολογία.
Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ σε όλη την προεκλογική εκστρατεία ήθελαν να μας πείσουν για την ανταγωνιστικότητα των κρατικών ομολόγων και χρεογράφων. Έκρυβαν τον συνεχή δανεισμό για να καλυφθούν προεκλογικές και άλλες εξαγγελίες.
Σήμερα, ανάγκασαν τη Cyta, μέρα Σάββατο, να συνεδριάσει για να αγοράσει αμάν αμάν τα κυβερνητικά χρεώγραφα που έμειναν αδιάθετα –στην εγχώρια παρακαλώ– αγορά.
Οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης και του ΑΚΕΛ σε όλη την προεκλογική εκστρατεία μιλούσαν για θετικό πρόσημο ανάπτυξης, μείωση της ανεργίας και μείωση της δημόσιας υπηρεσίας παρά τις ξεκάθαρες περί του αντιθέτου διαπιστώσεις της Στατιστικής Υπηρεσίας.
Σήμερα, ο ρυθμός ανάπτυξης είναι μηδέν, η ανεργία 25% αυξημένη σε σχέση με τον περσινό Μάιο, το κράτος αναγκάζεται να παγώσει 540 νέες θέσεις στο Δημόσιο που προκηρύχθηκαν προεκλογικά…
Όλα αυτά δεν τα λέω για να δικαιωθεί καμία προεκλογική επιχειρηματολογία. Λίγη σημασία θα είχε κάτι τέτοιο μετά τις εκλογές. Τεράστιας σημασίας όμως είναι η άποψη ότι τα όσα διαφάνηκαν τις τελευταίες δύο εβδομάδες αποτελούν το ύστατο καμπανάκι του κινδύνου. Το σκάφος μπάζει από παντού νερά – δεν λέω ότι βυθίζεται. Χρειάζεται όμως επιτέλους θάρρος για να μην οδηγηθεί εκεί.
Ο τρόπος που επέλεξε η σημερινή κυβέρνηση να διαχειριστεί την οικονομική κρίση για τρία σχεδόν χρόνια, ήταν απλά να προσδοκά καλύτερες ημέρες. Την ώρα που η κοινωνία ήταν πιο έτοιμη από ποτέ να υποστεί ελεγχόμενα μέτρα δεν έγινε τίποτα. Μία μονότονη επιχείρηση για να κρύβονται τα προβλήματα κάτω από το χαλί.
Επένδυσαν τα πάντα και η κυβέρνηση και άλλοι –όπως όλα σχεδόν τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης– στις κενές περιεχομένου διακηρύξεις και ανακοινώσεις που ήθελαν να τις χρησιμοποιούν ως ενέσεις ψυχολογίας. Η ψυχολογία όμως, επαναλαμβάνω, δεν τρώγεται και δεν λύνει οικονομικά προβλήματα.
Η κυβέρνηση Χριστόφια ήθελε να γραφτεί στην ιστορία ως η κυβέρνηση των εργαζομένων και της δίκαιης κοινωνίας. Άρχισε όμως να κινδυνεύει να καταντήσει η κυβέρνηση της ατολμίας και τη χρεοκοπίας. Έχασε όλο το κρίσιμο διάστημα για διαρθρωτικές αλλαγές και τολμηρά μέτρα που μπορούν να προκαλέσουν ανάπτυξη.
Τις μένουν μόνο τρεις μήνες. Και πρέπει να το καταλάβει αυτό. Αν δεν γίνει κάτι μέχρι τον Σεπτέμβριο, αν δεν γίνει κάτι καλοκαίρι που είναι και πιο εύπεπτο, μετά θα έχουμε δημοτικές, προεδρία της Ε.Ε. και προεδρικές. Πώς θα είναι η κατάσταση όμως τότε;