Τις τελευταίες εβδομάδες εντάθηκε – ευτυχώς – η συζήτηση που εδώ και χρόνια υποβόσκει, για το κατά πόσο τα κόμματα της δεξιάς θα πρέπει να συνεχίσουν να επιχειρούν να απεκδυθούν τον ιδεολογικό τους προσανατολισμό. Αφορμή, ασφαλώς, η συντριβή της Νέας Δημοκρατίας και η αναζήτηση των βαθύτερων αιτιών της. Στην Κύπρο το τελευταίο διάστημα, ανέκυψαν τέσσερα περιφερειακά μεν ζητήματα, των οποίων όμως η φιλοσοφία κτυπά στην καρδία της ιδεολογικοπολιτικής φιλοσοφίας της Ευρωπαϊκής δεξιάς.
Το πρώτο ήταν οι δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας που χαρακτήρισε φαντασίωση τον στόχο να καταστεί η Κύπρος εκπαιδευτικό κέντρο. Δηλώσεις που ακολούθησαν την μεγαλειώδη περσινή επίθεση κατά του υπέρτατου στόχου της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής δεξιάς για να φτάσουμε στην κοινωνία της γνώσης. Το δεύτερο ζήτημα ήταν το θέμα της κατάργησης της απόσυρσης των αυτοκινήτων. Αντί δηλαδή η κυβέρνηση να μειώσει και άλλο τους φόρους για να αναζωογονήσει την αγορά, να κρατήσει τις επιχειρήσεις ζωντανές και τους εργαζόμενους στη δουλειά τους, έρχεται να δώσει το μεγάλο χαστούκι. Όπως ακριβώς και στις κατασκευές. Το τρίτο ζήτημα είναι το ΦΠΑ. Η λογιστική αντίληψη που θέλει να αποσύρει χρήμα από την αγορά προκειμένου να μειωθεί το έλλειμμα στα δημόσια ταμεία. Τέταρτο και κυριότερο, είναι ο δείκτης της ανεργίας. Ο οποίος για τον Σεπτέμβριο εκτοξεύτηκε κατά 70.7% σε σχέση με πέρσι. Ήδη έχουμε – και άρα επιδοτούμε κιόλας – κοντά 20,000 ανέργους. Η αντίδραση της αντιπολίτευσης σε όλα τα πιο πάνω υποτονική. Αποσπασματικές τοποθετήσεις των αρμοδίων επιτρόπων, χωρίς συνέχεια και συντονισμένη κατά μέτωπο επίθεση στην καταστροφική κυβερνητική οπτική.
ήρθε η ώρα ο ΔΗΣΥ να αναδείξει και πάλι ξεκάθαρα την ιδεολογία του
|
Ο ΔΗΣΥ, σε επίπεδο διακύρηξης αρχών, δεν έχει το πρόβλημα της Νέας Δημοκρατίας. Έχει ασπαστεί τον κοινωνικό φιλελευθερισμό από πολλού. Ο οποίος κοινωνικός φιλελευθερισμός δίνει απόλυτη έμφαση στην αναδιανομή ευκαιριών υπέρ των μεσαίων τάξεων, των μεσαίων στρωμάτων και των μεσαίων επιχειρήσεων. Πιστεύει στην ανταγωνιστικότητα των αγορών και προσπαθεί να τις απελευθερώσει από τους δύο «δυνάστες». Το κράτος, την υπερ-φορολόγηση, την υπερρύθμιση και τη γραφειοκρατία από τη μια, και από την άλλη από τις μονοπωλιακές πρακτικές και τα ολιγοπώλια του ιδιωτικού τομέα, που συνήθως διαπλέκονται με το κράτος και το υποτάσσουν, δημιουργώντας «εμπόδια εισόδου» για τις νέες επιχειρήσεις και εμποδίζοντας τη «διάχυση» της ανάπτυξης και την αυτοτροφοδοτούμενη αναπτυξιακή δυναμική.
Ο κοινωνικός φιλελευθερισμός πιστεύει στην δημιουργία συνθηκών απασχόλησης μέσα από την επένδυση στη γνώση και την δημιουργία ευκαιριών και νέων αγορών. Εναντιώνεται στον προστατευτισμό και διαλαλεί την αύξηση της διαφάνειας και της επιστασίας των αγορών. Επενδύει στην πράσινη τεχνολογία και ζητά πολιτικές για την υποστήριξη της γονεϊκής φροντίδας των παιδιών και των νοικοκυριών, όπως τα ωράρια εργασίας. Γενικά, ο κοινωνικός φιλελευθερισμός πιστεύει σε με ελεύθερη αγορά ευκαιριών και όχι αγκυλώσεων, όπου το κράτος θα ελέγχει την λειτουργία της και θα μεριμνά κυρίως για την σωστή κοινωνική πρόνοια, την απρόσκοπτη παροχή υπηρεσιών υγείας και την συνεχή και ποιοτική εκπαίδευση των πολιτών.
Το πρόβλημα άρα στον ΔΗΣΥ δεν είναι η πλατφόρμα. Είναι η πρακτική υπηρέτηση της και προπαντός η τοποθέτηση σε κάθε ζήτημα με τρόπο που πρώτα να υπηρετείται η θεμελιακή ιδεολογία και μετά οι ανάγκες της στιγμής. Κάτι που δυστυχώς δεν γίνεται συχνά. Το αξιοπερίεργο δε είναι, ότι ενώ στην Ελλάδα η Νέα Δημοκρατία υιοθέτησε τον όρο “κόμμα του μεσαίου χώρου”, σε μια προσπάθεια να διεμβολίσει μια κατά βάση αριστερή κοινωνία, το ίδιο έκανε και ο Συναγερμός όντας στην Κύπρο και σε ένα κοινωνικό σύνολο σαφώς πιο κεντροδεξιό. Ο ακταρμάς των όρων “μεσαίος χώρος” και “Ευρωδημοκρατία” που κατά καιρούς καθιερώθηκαν, αποπροσανατόλισαν το κόμμα από την βασική του αντίληψη και μετέτρεψαν ένα πολύ δυνατό σύνολο ιδεών σε πολλά, αποσπασματικά και μη συνδεδεμένα ιδεολογικά μεταξύ τους, κέντρα αποφάσεων.
Σήμερα, η κεντροδεξιά στην Ευρώπη, το μεγάλο ρεύμα του κοινωνικού φιλελευθερισμού, έχει κερδίσει σχεδόν όλες της πολιτικές μάχες. Σε περίοδο μάλιστα τεράστιας κρίσης. Η Νέα Δημοκρατία, η μόνη στην Ευρώπη που έχασε, αναζητεί και πάλι το απολεσθέν στίγμα της. Ήρθε η ώρα και ο ΔΗΣΥ να αναδείξει ξανά ξεκάθαρα και χωρίς περιστροφές την ιδεολογία του. Δοκιμάστηκε στις προεδρικές εκλογές και κέρδισε ευρεία λαϊκή απήχηση, αλλά δεν είχε συνέχεια. Πρέπει και πάλι να προτείνει μείωση των φόρων, πόλεμο στην γραφειοκρατία και επενδύσεις στην παιδεία, την έρευνα και την πράσινη τεχνολογία. Να δώσει την δική του συνταγή για να κτυπηθεί η ανεργία, να προσελκύσουμε ξένες επενδύσεις και να δημιουργηθούν συνθήκες ανάπτυξης μέσα από την κρίση. Χωρίς φόβο, χωρίς πισωγυρίσματα, χωρίς τακτικισμούς και μικροατζέντες και χωρίς να βλέπει σαν ελέφαντες τα μυρμήγκια των μικρών απωλειών που μπορεί να προκύψουν.
Φίλε Μιχάλη, η σημερινή κυβέρνηση μας πάει από το κακό στο χειρότερο μέρα με την μέρα. Όσο για τον Συναγερμό – πρέπει να δεχτεί πως πρέπει να αλλάξει τακτική αντιπολίτευσης και οπωσδήποτε αλλαγή ηγεσίας αλλιώς σύντομα προβλέπετε η αυτοκαταστροφή του! Φτάνει απάθεια!
Μου αρέσει που έχεις οίστρο τελευταία. Σωστα λες ,το θέμα δεν είναι μόνο τι πιστεύεις στα χαρτιά, αλλά και πως αυτό σε διαπερνά σε όλη σου τη λειτουργία. Ειδικά για τα πολυσελλεκτικά κόμματα εκείνο που έχει σημασία είναι αυτό που πιστεύουν να το φωνάζουν δυνατά και να το διεκδικούν αποτελεσματικά.
Γιάννη μου, είμαι σίγουρος ότι συμφωνείς ότι αν αυτο που πιστεύεις διαπερνά όλη σου τη λειτουργία, λύνονται τα μισά εσωκομματικά και παράγεις πραγματικό έργο κυβερνητικό ή αντιπολιτευτικό. Ακριβώς διότι αναδυκνείεται το μεγάλο πλεονέκτημα της πολυσυλλεκτικότητας που έχει κοινούς τόπους.Το θέμα του οίστρου το αφήνω επιμελώς ασχολίαστο…
Αγαπητέ Ανδρέα, Συμφωνώ απόλυτα στο σχόλιο σου για την Κυβέρνηση και θεωρώ ότι είμαστε ακόμη στην αρχή. Εκείνο που εγώ λέω, είναι ότι ο ΔΗΣΥ πρέπει να κάνει μια πολιτική επανατοποθέτηση της ευρύτερης παρουσίας του και να τοποθετείται με γνωμονα την ιδεολογική του πλατφόρμα αντί για να εξυπηρετήσει πρόσκαιρες τακτικές. Είναι θέμα προτεραιοτήτων και πολιτικής βούλησης της ηγεσίας που υπάρχει. Δεν συμμερίζομαι την θεωρία της “αυτοκαταστροφής”, αν και πιστεύω ότι αρκετά πράγματα μπορούσαν να γίνονται πολύ καλύτερα.