Με την πολύ νεοφανή θέση αρχής του προέδρου και του ΑΚΕΛ, ότι οι ημικρατικοί αποτελούν βραχίονες Κυβερνητικής πολιτικής και ότι τα συμβούλια τους θα πρέπει να λειτουργούν μέσα στο πλαίσιο της πολιτικής της Κυβέρνησης και όχι κατά το δοκούν, συμφωνώ απολύτως. Έτσι είναι που συμβαίνει σε κάθε δημοκρατική χώρα. Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι θεσμικά και πρακτικά στην Κύπρο συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Και εξηγούμε:
Το 1993 ο Γλαύκος Κληρίδης, με την ανάληψη της εξουσίας, ζήτησε από τα συμβούλια των ημικρατικών που είχαν διοριστεί από τον κ. Βασιλείου να παραιτηθούν, για να διοριστούν νέοι σύμβουλοι που θα εξασκούσαν το πλαίσιο πολιτικής της νέας Κυβέρνησης. Η συντριπτική πλειοψηφία των τότε συμβούλων αρνήθηκαν να παραιτηθούν, παροτρυνόμενοι και στηριζόμενοι από το ΑΚΕΛ, το οποίο συνεχίζει να παρουσιάζει την τότε έκκληση Κληρίδη ως ένα “μίνι κρατικό πραξικόπημα”.
Συμπέρασμα 1ο: Τα κόμματα μας θεωρούν τους ημικρατικούς προέκταση της Κυβερνητικής πολιτικής μόνο όταν αυτά βρίσκονται στην εξουσία. Εφόσον όμως όλα τα κόμματα αποκτούν αυτή τη θέση αρχής όταν έχουν το πάνω χέρι, γιατί δεν ομοφωνούν να αλλάξει το θεσμικό πλαίσιο και να γίνει η θητεία των συμβουλίων ίδια με αυτή της εκάστοτε κυβέρνησης, για να μην ζούμε αυτή την παρωδία;
Πόσα κομματικά στελέχη έχουν άποψη για το αν η ΑΤΗΚ πρέπει να έχει δίκτυο fiber optics; |
Πάμε παρακάτω. Οι ημικρατικοί είναι οργανισμοί κοινής ωφελείας σύμφωνα με τη θεωρία. Στην πράξη όμως, οι ημικρατικοί καθίστανται κομματικά προπύργια βολέματος, ρουσφετιού και ενίοτε πλουτισμού. Θυμηθείτε τι γινόταν στις Κυπριακές Αερογραμμές με τους χιλιάδες υπεράριθμους υπαλλήλους, το ΡΙΚ με τους οκτώ κηπουρούς και την αγωνία της προαγωγής δια του γλυψίματος στην εξουσία, την ΑΗΚ με το ακριβότερο ρεύμα στην Ευρώπη και την δια νόμου κερδοφορία. Τα συμβούλια των ημικρατικών, αλλά και επιτροπών όπως η ΕΔΥ και η ΕΕΥ, ολοένα και περισσότερο αποκτούν κομματικό χαρακτήρα. Κομματικό, όχι πολιτικό. Γιατί ο πολιτικός χαρακτήρας των διορισμών είναι ορθώς και απαραίτητος. Το θέμα είναι ότι οι κυβερνήσεις, αντί να ψάχνουν ανθρώπους ικανούς να διευθύνουν οργανισμούς με χιλιάδες προσωπικό και να διαχειριστούν δισεκατομμύρια, επιλέγουν κομματικά στελέχη για να “κάνουν την δουλειά”.
Συμπέρασμα 2ο: Στους διορισμούς των συμβουλίων δεν λαμβάνεται υπόψη η αντικειμενική αξία ανθρώπων που έχουν πολιτική θεώρηση όμοια με την Κυβερνητική. Κυριαρχεί το βόλεμα στελεχών, που δια του διορισμού τους θεωρούν ότι εξαργυρώνουν κομματική προσφορά, την οποία θα συνεχίσουν να έχουν μέσα από ρουσφέτια κ.λ.π. για να μεγαλώσουν και το κομματικό τους εκτόπισμα. Γιατί λοιπόν όλα τα κόμματα μαζί, δεν δημιουργούν μια Επιτροπή Ημικρατικής Υπηρεσίας που να διαχειρίζεται τις προσλήψεις και τις προαγωγές, απαλλάσσοντας τα συμβούλια από την αγκύλωση για να ασχολούνται αποκλειστικά με την σωστή διοίκηση; Μια τέτοια επιτροπή θα μειώσει και την ζήτηση διορισμού από τον κάθε άσχετο, επιτρέποντας την αναζήτηση ικανών ατόμων που θα έχουν και καμιά επιτυχία να παρουσιάσουν στην σταδιοδρομία τους, πριν τους ανατεθεί να διαχειριστούν την περιουσία μας και την ποιότητα της ζωής μας. Πόσα κομματικά στελέχη νομίζετε, από αυτά που οραματίζονται διορισμό, έχουν άποψη για το κατά πόσο η ΑΤΗΚ πρέπει να δημιουργήσει δίκτυο με fiber optics; Μην προσπαθήσετε να μετρήσετε…
Ενδιαφέρον παρουσιάζει σε αυτή την ιστορία και η στάση της αντιπολίτευσης, όπου δια ψηφοφορίας αποφασίστηκε η συμμετοχή στους ημικρατικούς μέσω της επίσημης κατάθεσης ονομάτων. Επί της θέσης αρχής συμφωνώ με τον κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, ότι η αντιπολίτευση δεν θα έπρεπε να εμπλακεί στο κομματικό πάρε δώσε ονομάτων και να καταστεί συνένοχη και θεωρώ ότι αυτή θα έπρεπε να υιοθετηθεί. Όπως και πιστεύω ότι η δεοντολογία επιτάσσει όσοι ψήφισαν στην ψηφοφορία να μην αποτελούν οι ίδιοι υποψήφιοι για διορισμό. Από την άλλη όμως, υπάρχει λογική βάση στο επιχείρημα ότι η συμμετοχή παρέχει την δυνατότητα ελέγχου. Με μία μεγάλη προϋπόθεση: Αυτοί που θα συμμετάσχουν, για να μπορούν να ασκήσουν έλεγχο, θα πρέπει να δίνουν οι ίδιοι κύρος στη θέση που θα αποκτήσουν και όχι να αποκτούν κύρος από τον διορισμό. Γιατί στη δεύτερη περίπτωση όχι μόνο έλεγχο δεν θα μπορούν να κάνουν, αλλά θα καταστήσουν και συνένοχη όλη την παράταξη στην προδιαγραφόμενη παταγώδη αποτυχία της Κυβερνητικής πολιτικής.
Συμφωνώ με τον κ. Αβέρωφ Νεοφύτου, ότι η αντιπολίτευση δεν θα έπρεπε να εμπλακεί στο κομματικό πάρε δώσε ονομάτων και να καταστεί συνένοχη εφόσον δηλώνεται ότι τα συμβούλια θα προωθήσουν την πολιτική της Κυβέρνησης. Ποιά πολιτική της Κυβέρνησης θα προωθήσουν τα στελέχη του ΔηΣυ ? Eπίσης, χρειάζεται μια σωστή εμπεριστατωμένη αντίδραση στην προσπάθεια πλήρους κομματικοποίησεις όλων των κυβενρητικών και ημικρατικών οργανισμών. Προσωπικά πιστεύω ότι ο παραγκωνισμός των Αρίστων επειδή δεν συγκαταλέγονται στους αρεστούς των όποιων κομματικών ηγεσιών αποτελεί καταστροφική επιλογή για τον κοινωνικό ιστό, οικονομία και γενικά πρόοδο της πατρίδας μας.
Υπ’όψιν όμως το γεγονός οτι το 1993 ο Γλαύκος Κληρίδης όταν ζήτησε από τα συμβούλια των ημικρατικών να παραιτηθούν, δεν είχε λήξη ακόμα η θητεία τους. Οι απολυόμενοι φυσικά έκαναν προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο που απεφάνθη οτι αυτό ήταν παράνομο. Έτσι, κερδίζοντας τη δίκη, επαναπροσλήφθηκαν.