Έχω την αίσθηση ότι, πλην πολύ ελαχίστων εξαιρέσεων, ο κάθε πολίτης παρακολουθεί με πολύ ανάμικτες σκέψεις όλη αυτή την ιστορία της αναξιοκρατίας και των ρουσφετιών. Γελόκλαμα πρέπει να μας πιάνει, διότι τέτοιο δούλεμα από όλους προς όλους σε τόσο σύντομο χρόνο δεν έχει προηγούμενο. Και εξηγούμαι:
Υποκρισία μέγιστη είναι να θεωρείται ένας κατάλογος με αιτήματα για μετακινήσεις στον στρατό μέγα ζήτημα. Δεν θέλω να είμαι απόλυτος, αλλά δεν υπάρχει πολιτικό πρόσωπο που δεν έχει ζητήσει τέτοιες «ανθρωπιστικές βοήθειες», όπως και δεν υπάρχει κυπριακή οικογένεια που στέλνει τον γιο της στον στρατό και δεν ψάχνει τρόπο να τον «βολέψει» όσο καλύτερα γίνεται. Την ώρα που υπάρχουν εύλογες υποψίες για σκάνδαλα και διαφθορά εκατομμυρίων, προσλήψεις, προαγωγές, χαλαρώσεις, αναθέσεις, κακοδιαχείριση και ουδείς ασχολείται, δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε το συγκεκριμένο φαξ ως «κεραυνό εν αιθρία» και ως γεγονός που δεν αντικατοπτρίζει την κυπριακή καθημερινότητα. Ο κ. Γεωργίου έκανε απλά τη δουλειά που του είχε ανατεθεί.
Το γέλιο βέβαια που προκάλεσε η ιστορία με τη γραμματέα, δεν περιγράφεται. Το ότι δεν την έχαψε κανείς, είναι δεδομένο. Διερωτώμαι πώς άντεξε και κράτησε την ψυχραιμία του ο κυβερνητικός εκπρόσωπος ενώ διηγείτο το παραμύθι. Αυτό που δεν αντιλαμβάνομαι, ωστόσο, είναι το γιατί να θεωρείται η «πρωτοβουλία» της γραμματέως που έχεις στο γραφείο σου να εκμεταλλευθεί το δικό σου όνομα και να ζητά εκ μέρους σου ποινικά κολάσιμες πράξεις, καλύτερο σενάριο από το να τις ζητάς μόνος σου. Δεν είναι χειρότερο να ξέρουν οι πολίτες ότι, στο Προεδρικό, αυτοί που έχουμε για να μας κυβερνήσουν, δεν ξέρουν καν τι κάνουν οι βοηθοί τους και δεν μπορούν να ελέγξουν ούτε το ίδιο το γραφείο τους;
Η ιστορία με τα ρουσφέτια θυμίζει τα σικέ παιγνίδια στο ποδόσφαιρο
|
Υποκρισία εκ μέρους του Προέδρου και του ΑΚΕΛ είναι η συνέχιση της προσπάθειας να μας παρουσιάζουν τον εαυτό τους και τους ψηφοφόρους τους ως μονίμως αδικημένους. Μια χαρά ήταν είτε εντός είτε στις παρυφές όλων των κυβερνήσεων – με εξαίρεση τη δεκαετία Κληρίδη – και δεν υπάρχει σύντροφός τους έξω στην κοινωνία που να μην περηφανεύεται για την προθυμία των στελεχών του κόμματος πάντα να «βοηθήσουν». Το παραμυθάκι του «κατατρεγμένου» τούς έχει γίνει τόσο βίωμα, που ακόμη και σήμερα που κυβερνούν, επιμένουν να τα βλέπουν όλα ως προσωπικές επιθέσεις και συνωμοσίες και να εμφανίζουν τους εαυτούς τους ως «καημένους». Είναι ενδιαφέρουσα πρόκληση να δούμε αν, μέχρι το τέλος της πενταετίας, το ΑΚΕΛ θα παραδεχθεί ότι είναι κυβερνών κόμμα και ο κ. Χριστόφιας θα αντιληφθεί ότι είναι Πρόεδρος Δημοκρατίας και άρα αυτός έχει το πάνω χέρι και όχι οι άλλοι. Όπως και το ότι σήμερα το πάρτι των ημετέρων έχει χρώμα κόκκινο.
Συμφωνώ με το ότι η αντιπολίτευση που φωνάζει δεν είναι και αθώα περιστερά στο συγκεκριμένο θέμα. Όπως και δεν είναι κανένα κόμμα σε αυτό τον τόπο. Αυτό που αλλάζει κάθε φορά που έχουμε διαφοροποίηση στην εξουσία είναι ο βαθμός και το εύρος που λαμβάνει η αναξιοκρατία.
Είναι όμως η συνενοχή συγχωροχάρτι; Είναι το ότι το είχαν κάνει και άλλοι, η κολυμβήθρα του Σιλωάμ για ό,τι κακό συμβαίνει; Είναι η ασυλία των πολιτικών τόσο ευρεία που καταργεί τους νόμους που οι ίδιοι μόλις πριν από λίγο καιρό ψήφισαν; Αυτό είναι το ερώτημα σε αυτή την ιστορία, όπου οι «ένοχοι» πιάστηκαν στα πράσα. Διότι, κατά τη δική μου γνώμη, ο θεσμός που έχει πληγεί περισσότερο δεν είναι ούτε η κυβέρνηση, ούτε ο Πρόεδρος, ούτε καν η αξιοκρατία. Η δικαιοσύνη και η ισονομία των πολιτών έναντι των πολιτικών είναι που έχουν πληγεί ανεπανόρθωτα.
Η ιστορία με τα ρουσφέτια θυμίζει πολύ τα σικέ παιγνίδια στο ποδόσφαιρο. Όλοι ξέρουν ότι γίνονται και όλες οι ομάδες έχουν κατά καιρούς εμπλακεί. Τεράστια είναι η επιθυμία και η αποφασιστικότητα των αρμοδίων να τα καταπολεμήσουν, αλλά η μόνιμη επωδός που τους αποτρέπει είναι ότι δεν υπάρχουν αποδείξεις και στοιχεία. Αν λοιπόν σήμερα είχαμε το email της γραμματέως ενός προέδρου σωματείου με τηλεφώνημα παράγοντα άλλης ομάδας για να «κανονιστεί» ο διαιτητής ενός ματς και ένα φαξ του γενικού αρχηγού της ομάδας με παίκτες που θα «αγοράσουμε» για να έχουν μειωμένη απόδοση, θα είχαμε κινηθεί άραγε κ. εισαγγελέα για να σώσουμε την αξιοπρέπεια του κυπριακού ποδοσφαίρου ή θα λέγαμε ότι αυτά πάντα συμβαίνουν;
Τι να σχολιάσουμε! Αφού το έκαναν οι άλλοι το κάνουμε κι εμείς. Κι αφού το κάνουμε κι εμείς θα το κάνουν κι άλλοι που θα έρθουν μετά από μας. Και τώρα και πάντα ΡΟΥ-ΣΦΕ- Ε – ΤΙ.