Αυτή τη βδομάδα δεν είχαμε μόνο το απευθείας εμπόριο που καταφέραμε να τοποθετήσουμε στη σωστή του βάση στο Ευρωκοινοβούλιο, την άρνηση του Προέδρου να συναντηθεί με τον ΓΓ του ΟΗΕ και τον κ. Έρογλου επειδή… δεν ευκαιρούσε (αν είναι δυνατόν!), αλλά και την επίσκεψη Ερτογάν στην Αθήνα όπου διαφάνηκε ξανά ότι το Κυπριακό μπορεί να μπαίνει στην άκρη προκειμένου τα πράγματα να προχωρούν. Είχαμε στη Γαλλία τις μεγαλύτερες σε όγκο κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας των εργαζομένων και στην Βρετανία την εξαγγελία πρωτοφανών σε όγκο και ευρύτητα, περικοπών στις δημόσιες δαπάνες.
Πολλοί ίσως να σκεφθούν: “Μα εμάς τι μας ενδιαφέρουν αυτά; Εμείς καλά την έχουμε”. Αυτή λοιπόν είναι η μεγάλη πλάνη. Γιατί θα έπρεπε να μας ενδιαφέρει και να μας παραενδιαφέρει, από τη στιγμή που τα δικά μας δεδομένα μπορεί σήμερα να απέχουν από αυτά της Γαλλίας, της Βρετανίας και της Ελλάδας, αλλά κινούνται σαφώς προς εκείνες τις κατευθύνσεις.
Στη Γαλλία, ο Μιτεράν το 1983, θέσπισε το όριο συνταξιοδότησης στα 60 έτη, νοουμένου ότι ο εργαζόμενος καταβάλλει κοινωνικές ασφαλίσεις για 40.5 χρόνια. ενώ πλήρη σύνταξη δικαιούται ο εργαζόμενος στα 65. Στην πράξη, για μεγάλο αριθμό εργαζομένων, το όριο έχει πέσει στα 50 έτη.
Το προσδόκιμο ζωής σήμερα στη Γαλλία υποδεικνύει ότι ο μέσος συνταξιοδοτούμενος, θα λαμβάνει σύνταξη για 25 περίπου χρόνια μετά την αφυπηρέτηση, καθιστώντας τα ταμεία αδύναμα να αντεπεξέλθουν το οικονομικό βάρος. Μια κατάσταση δηλαδή, που προσομοιάζει πολύ με τη δική μας, εφόσον με βάση τις αναλύσεις, το ταμείο κοινωνικών ασφαλίσεων θα αντιμετωπίζει πολύ σοβαρό πρόβλημα σε εννέα χρόνια από σήμερα. Η Γαλλική Κυβέρνηση ζητά να ψηλώσει το όριο συνταξιοδότησης στα 62 έτη και να δίνει πλήρη σύνταξη στα 67, ενώ τα συνδικάτα θεωρούν ότι μια τέτοια εξέλιξη θα αποτελέσει την αφορμή για ευρεία αποκοπή κατακτήσεων.
Οι Κύπριοι νέοι σκάβουν καμιά φόρα μόνοι τους τον λάκκο
|
Στη Βρετανία, ανακοινώθηκε μια απίστευτη σε έκταση πολιτική περιορισμού των δημοσίων δαπανών, η οποία περιλαμβάνει σταδιακή κατάργηση μισού εκατομμυρίου θέσεων εργασίας στο δημόσιο (όσο όλο το Κυπριακό εργατικό δυναμικό), μείωση κατά 7 δισ των κοινωνικών δαπανών, ευρείας έκτασης αποκοπή των εξόδων για την άμυνα, αύξηση του ορίου συνταξιοδότησης στα 66 από τα 65 και δραστικές περικοπές σε όλους σχεδόν τους τομείς του δημοσίου.
Στην Ελλάδα, της οποίας τα δεδομένα δεν απείχαν και πολύ από αυτά της Βρετανίας, χρειάστηκε η απειλή της χρεοκοπίας για να γίνουν σε χρόνο μηδέν, όσα έπρεπε να είχαν ήδη γίνει πριν από χρόνια με πολύ πιο ήπιο τρόπο. Με μεγάλο θύμα μια γενιά, που καλείται να πληρώσει το λογαριασμό για την καλοπέραση όλων των προηγουμένων. Άκουγα προχτές ένα Γάλλο αξιωματούχο να λέει σε μια ομήγυρη ότι στην Ελλάδα έγιναν σε έξι μήνες όσα στη Γαλλία προσπαθούν να περάσουν μια δεκαπενταετία. Είναι όμως αυτός τίτλος τιμής για μια χώρα, ή μήπως είναι ένδειξη ατολμίας των πολιτικών της, να λαμβάνουν μέτρα έγκαιρα και με διασπορά του κόστους σε χρόνο, ανθρώπους και γενιές, αντί να περιμένουν την υστάτη για να γίνουν τα αυτονόητα;
Στην Κύπρο, ασφαλώς και δεν έφτασε ο κόμπος στο κτένι. Έχουμε όμως μαζέψει τους παράγοντες για να μπορούμε να φτάσουμε εκεί. Το πολιτικό σύστημα στην συντριπτική πλειοψηφία και με προεξάρχουσα την Κυβέρνηση, επιμένουν στο λαϊκισμό και αποφεύγουν τις διαρθρωτικές αλλαγές που θα εξορθολογήσουν το κράτος και θα σώσουν το μέλλον των σημερινών νέων. Οι ίδιοι οι νέοι, σκάβουν καμιά φορά τον λάκκο από μόνοι τους, επιμένοντας στη διασφάλιση της ευκαιρίας να προσληφθούν εύκολα και γρήγορα στο δημόσιο, αντί να επιθυμούν την εξασφάλιση ότι δεν θα βρεθούμε εμείς ποτέ στην κατάσταση που είναι σήμερα άλλες χώρες. Τα συνδικάτα, επιμένουν να μην συνδιαλέγονται, ενώ πληθαίνουν οι περιπτώσεις σκανδάλων με μεγάλο οικονομικό κόστος. Την ίδια ώρα, δαιμονοποιείται το κέρδος, που στο τέλος της ημέρας είναι ο μόνος μοχλός οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας.
Εδώ λοιπόν είναι το μεγάλο ερώτημα: Πέρα από το Κυπριακό που επισκιάζει τα πάντα σε αυτό τον τόπο, δεν είναι η ώρα να συζητήσουμε το δικό μας μέλλον; Ή μήπως πρέπει να φτάσουμε και εμείς εκεί που βλέπουμε σήμερα τους “μακρινούς” άλλους για να το πράξουμε;