Αν δεν επέλθει ενότητα, ανεξαρτήτως πολιτικών, ιδεολογικών και κομματικών επιδιώξεων, «δεν θα δούμε χαΐρι», ανέφερε ο Πρόεδρος Χριστόφιας αμέσως μετά τη δοξολογία για την 1η Απριλίου, καταφέρνοντας για μια ακόμη φορά να πυροδοτήσει και να προκαλέσει την αντίδραση όλων ανεξαιρέτως των πολιτικών δυνάμεων, πέραν του ΑΚΕΛ. Με εξαιρετική μαεστρία, δηλαδή, να πετύχει οτιδήποτε άλλο εκτός από την ίδια την ενότητα.
Ο Πρόεδρος, ομολογώ, τείνει να γίνει επιστημονικό παράδειγμα για το πώς μπορείς να τους στρέψεις όλους εναντίον σου, ακόμη και αν προσπαθείς να πετύχεις ακριβώς το αντίθετο. Πρόκειται για κατόρθωμα μοναδικό, για το οποίο όμως υπάρχει πολύ απλή εξήγηση…
Κατ’ αρχήν, συμφωνούμε όλοι ότι η ενότητα λαού και ηγεσίας σε κοινούς στόχους αποτελεί πρώτη και εξαιρετικά σημαντική προτεραιότητα, ιδιαίτερα για το εθνικό θέμα. Η σύμπνοια είναι βασική επιδίωξη, για να ελαχιστοποιηθεί η μεταξύ μας διαπραγμάτευση και να επικεντρωθεί η προσοχή στην καθαυτή προσπάθεια λύσης του Κυπριακού. Μέχρις εδώ καλά.
Εκείνο που ο κ. Χριστόφιας αδυνατεί να συνειδητοποιήσει είναι ότι από τη στιγμή που ο ίδιος είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, από τη στιγμή δηλαδή που ο ίδιος είναι που διαχειρίζεται την εξουσία, καθίσταται αυτομάτως και ο πρωταγωνιστής της προσπάθειας να επιτευχθεί η ενότητα. Πιο απλά, επειδή η ενότητα στόχων κερδίζεται διά της πειθούς και δεν χαρίζεται διά της επιβολής, λόγω θεσμικής υπεροχής, ο Πρόεδρος οφείλει να πείθει τους υπόλοιπους, για να τους έχει δίπλα του.
Αν ο κ. Χριστόφιας επεδίωκε ενότητα, όφειλε να πει μια καλή κουβέντα για την ΕΟΚΑ και τον αγώνα της |
Έχει δυστυχώς αποδειχθεί στην πράξη ότι ο Δημήτρης Χριστόφιας και το ΑΚΕΛ έχουν μια πολύ περίεργη αντίληψη για το δημοκρατικό πολίτευμα. Θεωρούν ότι από τη στιγμή που κυβερνούν, όλοι πρέπει να υποτάσσονται σε ό,τι οι ίδιοι θεωρούν σωστό. Γι’ αυτό και οποιαδήποτε διαφωνία την κατατάσσουν ως επίθεση κατά του θεσμού του Προέδρου. Οποιαδήποτε αμφισβήτηση τη θεωρούν περίπου «πραξικόπημα». Με κάθε ευκαιρία, δε, αναφωνούν ότι οι ίδιοι είναι που κυβερνούν, λες και το αμφισβήτησε ποτέ κανείς!
Υπάρχει ένα πολύ σοβαρό ζήτημα, το οποίο εμφανώς διχάζει τον λαό ξανά, μετά από 20 σχεδόν χρόνια. Και αυτό είναι η μεγάλη ευαισθησία που διακατέχει την πλειοψηφία – κατά πάσα πιθανότητα – για την προσπάθεια να πληγούν η ελληνικότητα και ο πολιτισμικός μας χαρακτήρας. Ευαισθησία που προέρχεται κυρίως από τρία πραγματικά και πολύ σοβαρά γεγονότα.
Το πρώτο ήταν η προσπάθεια να αμφισβητηθεί ο αγώνας της ΕΟΚΑ, οι πραγματικές επιδιώξεις και η σκοπιμότητα της πραγματοποίησής του. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα στο πρώτο διάγγελμα του Προέδρου την 1η Οκτωβρίου 2008, αλλά και από πολλά σημειολογικά γεγονότα, όπως η επιδεικτική απάλειψη του αγώνα του ’55 από τις εκδηλώσεις για τα 50 χρόνια της Δημοκρατίας.
Το δεύτερο ήταν η προσπάθεια ενοχοποίησης Ελλάδας και Ελληνοκυπρίων για πολλά ιστορικά γεγονότα εις βάρος των Τουρκοκυπρίων. Προσπάθεια που ξεπέρασε κατά πολύ την απλή ανάκληση της ιστορικής αλήθειας και έγινε μανία. Κρατικές τηλεοπτικές εκπομπές στήθηκαν για να αποτελούν αλλεπάλληλα δικαστήρια των δικών μας λαθών. Οι βαρετά μονότονες αναφορές από τα πιο επίσημα χείλη έδιναν συνεχώς άλλοθι στην άλλη πλευρά. Κυρίως, όμως, η προεδρική αναφορά για την εισβολή των δύο μητέρων πατρίδων εξόργισε τους πάντες, πέραν της ζημιάς που προκάλεσε στην εθνική υπόθεση.
Το τρίτο ήταν η προσπάθεια να αισθανθούμε λιγότερο Έλληνες. Η πρώτη απόπειρα ήταν μέσω της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Η κορύφωση ήταν στην πρώτη ομιλία Κύπριου Προέδρου στη Βουλή των Ελλήνων, όπου κατά το ήμισυ αναλώθηκε στο να εξηγεί ότι είμαστε μεν «ελληνικής καταγωγής», αλλά πολύ διαφορετικοί από τους υπόλοιπους Έλληνες…
Όλα αυτά προκάλεσαν ξανά και τον διχασμό του λαού και πυροδότησαν τον φανατισμό. Δυναμώνουν τα άκρα και δεν πετυχαίνουν τη σύμπνοια. Ο κ. Χριστόφιας έβγαινε από δοξολογία για την 1η Απριλίου. Όφειλε, ως Πρόεδρος, να κάνει το πρώτο βήμα, λέγοντας μια καλή κουβέντα για την ΕΟΚΑ και τον αγώνα της. Αναγνωρίζοντας έστω τις προθέσεις και τη θυσία των αγωνιστών. Και να έμενε μέχρις εκεί. Τότε ναι, θα έπειθε ότι επιδιώκει την ενότητα. Δεν το έπραξε. Επέλεξε να επιτεθεί. Κρατώντας για τον εαυτό του τον τίτλο του πυρήνα της διχόνοιας και της αναταραχής.