Πρώτη φορά μου τυχαίνει να παρακολουθώ εκλογικές διαδικασίες με τον προβληματισμό να υποσκελίζει ξεκάθαρα τον ενθουσιασμό. Είτε αυτές είναι οι γαλλικές εκλογές, είτε της Ελλάδας, είτε οι προετοιμασίες για τις δικές μας προεδρικές. Και είναι αναπόφευκτος ο προβληματισμός, από την ώρα που πανευρωπαϊκά παρατηρούνται δύο βασικά χαρακτηριστικά:
Πρώτο, η άνοδος της εκλογικής επιρροής ακραίων δεξιών και αριστερών κομμάτων, με την ταυτόχρονη απενοχοποίηση των θέσεων που επαγγέλλονται. Και δεύτερο, η αδυναμία των παραδοσιακών κυρίαρχων πολιτικών δυνάμεων, όχι μόνο να εμπνεύσουν, αλλά και να πείσουν ότι μπορούν να οδηγήσουν εκ νέου στην πρόοδο.
Είναι αλήθεια ότι παντού τα κόμματα εξουσίας σήμερα καλούνται να διαχειριστούν τα τεράστια προβλήματα που έφερε μαζί της η οικονομική κρίση. Αυτό το γεγονός από μόνο του, έχει προκαλέσει αγκυλώσεις στη δυνατότητά τους να σχεδιάζουν μεγαλόπνοα πολιτικά προγράμματα και στρατηγικές που θα στοχεύουν σε αυξημένη ευημερία. Το καλό όμως της «προσγείωσης» και της πολύ περιορισμένης ανοχής στον λαϊκισμό, δεν επέφερε την εκλογίκευση των προγραμμάτων διακυβέρνησης. Αντιθέτως, μάλλον επί του παρόντος έχει οδηγήσει στην κατάργηση οραματικών πολιτικών και σε προσωπικές διελκυστίνδες μεταξύ υποψηφίων προέδρων και πρωθυπουργών για το ποιος είναι το μη χείρον βέλτιστον.
Αντί νέων πολιτικών οραμάτων, σε Γαλλία, Ελλάδα και Κύπρο βλέπουμε διελκυστίνδες για το μη χείρον βέλτιστο |
Αυτό συμβαίνει στη Γαλλία μεταξύ Σαρκοζί και Ολάντ, αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα μεταξύ Σαμαρά και Βενιζέλου, αυτό συνέβαινε μέχρι πρόσφατα στην Κύπρο μεταξύ Χριστόφια και Αναστασιάδη. Παντού, οι προεκλογικές εκστρατείες κυριαρχούνται από αρνητικά μηνύματα και από προσπάθεια αμφισβήτησης του αντιπάλου. Σε τακτικές δηλαδή που είναι ψωμοτύρι για τους ακραίους πολιτικούς, πέραν της μόδας που απλώνεται για αντισυστημική ψήφο. Είναι το γήπεδο των ακραίων οι πολιτικές της αμφισβήτησης, την ώρα μάλιστα που οι επικίνδυνες θέσεις τους, φέρουν το χαρακτηριστικό της καθαρότητας και της ευκρίνειας. Καθαρές θέσεις είναι η «επιστροφή στο φράγκο» της Λε Πεν, η «επιστροφή στη δραχμή» του ΚΚΕ και το «να ξεκουμπιστούν οι μετανάστες» της Χρυσής Αυγής, όσο και αν στη λογική προκαλούν τρόμο. Οι δε ομοιότητες των θέσεων μεταξύ της άκρας δεξιάς και της αριστεράς – αν εξαιρεθεί το μεταναστευτικό– προκαλούν σοκ.
Το πόσο χαμένο είναι το πολιτικό σύστημα, φαίνεται περίτρανα, αν κάποιος παρακολουθήσει τις εκλογές στην Ελλάδα. Με εξαίρεση την εξαγγελία του οικονομικού προγράμματος Σαμαρά, το οποίο ωστόσο περιλάμβανε πάμπολλες ανεδαφικές προτάσεις ιδιαίτερα ως προς τον χρόνο πιθανής υλοποίησής τους, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ το μόνο που προσπαθούν να πετύχουν είναι να επιβάλουν αυτό που θεωρούν ως κρίσιμο διακύβευμα. Δηλαδή το κατά πόσο η Ελλάδα θα πρέπει να κυβερνηθεί από αυτοδύναμη κυβέρνηση ή κυβέρνηση συνεργασίας. Κατά τα άλλα, βλέπεις τις περιορισμένες σε όγκο και ενθουσιασμό «παλλαϊκές» συγκεντρώσεις των κομμάτων, αλλά και τις εκστρατείες κομμάτων και υποψηφίων, και σου έρχονται στο μυαλό οι παλιοί μαγαζάτορες του κέντρου των Αθηνών, οι οποίοι ουδέποτε ανακαίνισαν το κατάστημά τους, με αποτέλεσμα να το βλέπουν να αργοπεθαίνει διηγούμενοι το «ένδοξο» παρελθόν.
Τα πολλά κόμματα στην Ελλάδα, ασφαλώς έχουν προκύψει από προσωπικές φιλοδοξίες και αδυναμία συλλογικής λειτουργίας. Αυτό όμως που τους δίνει χώρο, είναι η ανυπαρξία συγκεκριμένης πολιτικής κατεύθυνσης από τις δύο δυνάμεις εξουσίας. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ όχι μόνο στερούνται αξιοπιστίας σήμερα εξαιτίας «αμαρτωλού παρελθόντος», αλλά επιπλέον δεν «γέννησαν» νέες πολιτικές ιδέες και οράματα, που να καλύπτουν με ευρύτητα τον ιδεολογικό τους χώρο.
Στην Κύπρο, η πολυδιάσπαση δυνάμεων δεν είναι ορατή, όπως ούτε και η επικίνδυνη ενδυνάμωση ακραίων καταστάσεων. Αυτό όμως που ήδη συμβαίνει, είναι η διαφαινόμενη αδυναμία όλων των δυνάμεων που θα διεκδικήσουν την εξουσία, να εμπνεύσουν και να ενθουσιάσουν τον λαό. Και η επιλογή τους να περιορίζονται στο μικροκομματικό παζάρι.
Τα κόμματα του κέντρου, συνομολογούν «αποτρεπτικό πρόγραμμα διακυβέρνησης», και αν καταλήξουν θα βρουν και υποψήφιο. Μας λένε δηλαδή, ότι στο προεδρικό σύστημα που έχουμε, με τις διευρυμένες ατομικές εξουσίες του Προέδρου, αυτός που θα προτείνουν θα είναι ο διαχειριστής δοτών πολιτικών… Από την άλλη, έχουμε το ΑΚΕΛ να προσπαθεί να μας πείσει ότι η θητεία Χριστόφια είναι πετυχημένη, την ώρα που τον καταργεί ως υποψήφιο, αντί να επιζητεί την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Και έχουμε τέλος τον ΔΗΣΥ, να καθυστερεί να δώσει πολιτικό περιεχόμενο στην υποψηφιότητα Αναστασιάδη. Ένα γεγονός που την καθιστά πιο ευάλωτη στο ενδεχόμενο να μην έχουν τόση αξία τελικά, τα χαρακτηριστικά του αντι-Χριστόφια.