Πολιτικό Θάρρος

Από την εποχή που η επανάσταση των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης έφερε το τέλος των θεοποιημένων πολιτικών ηγετικών μορφών σε όλο τον κόσμο, ξεκίνησε η συζήτηση για το πως πλέον πρέπει να εξασκείται το πολιτικό λειτούργημα. Οι πολιτικοί έγιναν πιο ανθρώπινοι και πολύ πιο προσιτοί στους πολίτες, σε σημείο μάλιστα που αγωνιούν πλέον πολύ περισσότερο για το πως θα διευρύνουν την κοινωνική επαφή και την “ανθρώπινη” προσέγγιση, παρά τις πολιτικές που θα παράξουν, ή ακόμη και τον “μύθο” που θα κτίσουν γύρω τους.

Η εξάρτηση πλέον των πολιτικών από την τέταρτη εξουσία έχει επισκιάσει την πολιτική ουσία σε μεγάλο βαθμό και προκαλεί την εξαθλίωση της πολιτικής. Η επικοινωνιακές ανάγκες πολλές φορές οδηγούν ακόμη και σε πολέμους διεθνώς, ή – αν πάμε στα δικά μας – αποκαλύψεις σημαντικών εγγράφων και κορυφαίες διπλωματικές κινήσεις που στοχεύουν απλά στην εσωτερική κατανάλωση.

Μετά την προσέγγιση δε των πολιτικών με τους απλούς πολίτες ήρθε νομοτελειακά και η αμφισβήτηση της πραγματικής αξίας τους. Έφτασε στο σημείο να θεωρείται περιθωριακός και “καημένος” όποιος ασχολείτο με τα κοινά. Ταυτόχρονα, παντού στον κόσμο, πυροδοτήθηκε η συζήτηση για το κατά πόσο καταξιωμένοι τεχνοκράτες θα ήταν πιο χρήσιμοι στη κοινωνία και τη διαχείριση της δημόσιας ζωής από τους παραδοσιακούς πολιτικούς. Μια θεωρία με πάμπολλα πλέον παραδείγματα να αποδεικνύουν πόσο λανθασμένη είναι. Δεν υπάρχει σχεδόν πουθενά πετυχημένος ακαδημαϊκός ή επιχειρηματίας που έχει πετύχει ως πολιτικός ηγέτης. Οι πολύ λίγες εξαιρέσεις, απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα.


Η αξία ενός πολιτικού φαίνεται εκεί που όλα δείχνουν να καταρρέουν


Κυρίαρχος λόγος της αποτυχίας των τεχνοκρατών στην πολιτική, είναι η ταυτόσημη γνώση και μέθοδος που όλοι διαθέτουν για τον χειρισμό θεμάτων. Το πως δηλαδή γίνεται η διαπραγμάτευση, η διαχείριση κρίσεων, η οικονομική πολιτική κ.ο.κ., τα πάντα για ένα τεχνοκράτη γίνονται με βάση το κοινό εγχειρίδιο. Αντιθέτως, η ανάγκη για ένα πολιτικό είναι να οραματίζεται και να καινοτομεί, να λειτουργεί πέρα από την πεπατημένη. Γι΄αυτό είναι που η αξία ενός πολιτικού φαίνεται, πρώτα απ’ όλα, από την ικανότητα να βρει τη λύση εκεί που όλα δείχνουν να καταρρέουν. Κάτι βέβαια που προϋποθέτει να έχει το πολιτικό θάρρος να αποδεχθεί (χωρίς απαραίτητα να δημοσιοποιεί) τα λάθη του και να διαθέτει την γενναιότητα να κινηθεί ενάντια σε προηγούμενες επιλογές του.

Σήμερα, στη Κύπρο, μια τέτοια κατάσταση βιώνουμε. Το δύσκολο διεθνές περιβάλλον, σε συνάρτηση με σωρεία λανθασμένων Κυβερνητικών επιλογών και εξωπραγματικών θεωρήσεων, έφεραν όλα τα κορυφαία ζητήματα σε τέλμα. Κυρίως την οικονομία και το Κυπριακό, αλλά και πολλά θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης. Όλες οι Κυβερνητικές στρατηγικές, στοχεύσεις και εξαγγελίες, καταρρέουν ως χάρτινοι πύργοι. Από τη πρωτοφανή χρεωκοπία της διαχείρισης του Κυπριακού, μέχρι και το έλλειμμα του 6%.

Στην Κύπρο δεν υπάρχουν δημοκρατικοί μηχανισμοί για να σταματήσουν την κατρακύλα της χώρας μέσω εκλογών, όταν μια κυβέρνηση έχει αποτύχει. Εφόσον οποιαδήποτε μη δημοκρατική ενέργεια απορρίπτεται εκ προοιμίου, απομένει μόνο η ελπίδα ο Πρόεδρος να αναλάβει το βάρος της αλλαγής ρότας σε όλα τα επίπεδα. Να έχει το πολιτικό θάρρος δηλαδή να αλλάξει από μόνος του την δική του λανθασμένη πορεία. Επαναλαμβάνω για πολλοστή φορά, ότι το θέμα πλέον είναι πολύ πέρα από ζήτημα κλασσικής πολιτικής αντιπαράθεσης και κομματικών κερδών. Δεν έχουμε βέβαια φτάσει στην καταστροφή, αλλά οδεύουμε προς τα εκεί με μεγάλη ταχύτητα και χρειάζεται ριζική στροφή για το καλό όλων. Δεν μπορεί σήμερα να αναμένει κάτι άλλο ο Κύπριος πολίτης από τον κ. Δημήτρη Χριστόφια.

Το 1948, στην διοικούμενη από τους Συμμάχους μεταπολεμική Δυτική Γερμανία, ο τότε Διευθυντής Οικονομικών Λούτβικ Έρχαρτ, αποφάσισε εν μία νυκτί να καταργήσει τους ελέγχους τιμών και παραγωγής που είχαν επιβάλει οι Στρατιωτικοί Διοικητές για να προστατεύσουν – όπως νόμιζαν – την αγορά. Τον κάλεσε ο τότε Αμερικάνος Κυβερνήτης, Στρατηγός Λούσιους Κλέυ θορυβημένος, για να τον ρωτήσει “Τι στο καλό κάνεις;”. “Κατάργησα τελείως τους ελέγχους τιμών”, ανέφερε ο Έρχαρτ. “Οι σύμβουλοι μου λένε ότι κάνεις τεράστιο σφάλμα”, είπε με αγωνία ο Κλέυ. “Στρατηγέ μου, και οι δικοί μου σύμβουλοι ακριβώς το ίδιο πράγμα λένε”, ανταπάντησε ο Έρχαρτ. Ο Λούτβικ Έρχαρτ (μετέπειτα Καγκελάριος), εισήγαγε αργότερα το Γερμανικό Μάρκο και θεωρείται ο πατέρας του Γερμανικού οικονομικού θαύματος.

Posted in Άρθρα.

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *