Δεν το κρύβω ότι υποθέσεις όπως αυτές των γιαγιάδων στη Λεμεσό, που εξαγριώνουν τον κάθε νοήμων άνθρωπο και εξευτελίζουν με τον πλέον τραγελαφικό τρόπο τις δομές τις χώρας μας διεθνώς, εμένα με χαροποιούν. Όχι βέβαια γεμίζοντας με περηφάνια για την ιδιαίτερη πατρίδα μου, αλλά διότι μέσα από τέτοιες φαρσοκωμωδίες ξεγυμνώνεται ολότελα ο τρόπος λειτουργίας του Κυπριακού κράτους και των θεσμών του.
Το θέμα των γιαγιάδων, όσο αστείο είναι (δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην έκλαψε απ’ τα γέλια), άλλο τόσο είναι εξαιρετικά σοβαρό. Αποκαλύπτει σε όλη του την έκταση το καταρρακωμένο περί δικαίου αίσθημα. Είναι η πρώτη φορά που νοιώθουμε να μην υπάρχει δίκαιο σύστημα απονομής δικαιοσύνης. Να μην υπάρχει λογική πίσω από αποφάσεις των θεσμών που καλούνται να θεσπίσουν και να εφαρμόσουν τους νόμους.
Η εφαρμογή ενός πλαισίου κανόνων – νόμων – για να αποτελέσουν τον συνεκτικό κρίκο ενός κοινωνικού συνόλου, αποτελεί από τον καιρό του Αρχαίου Σόλωνα τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε δημοκρατίας. Εάν άλλωστε δεν υπάρχει αίσθημα ισοπολιτείας, ο καθένας βρίσκει την αφορμή να κάνει ότι θέλει. ‘Όπως έγινε στην Ελλάδα με την φοροδιαφυγή.
Δεν είναι δουλειά της δικαιοσύνης να τροφοδοτεί τα social media με ατέλειωτες στιγμές κλαυσίγελου |
Τι έχουμε στην περίπτωση των γιαγιάδων; Κατ’ αρχάς ένα νόμο. Αυτόν που απαγορεύει την κυβεία, με το σκεπτικό ότι έτσι προστατεύεται το οικογενειακό εισόδημα και δεν παίζονται περιουσίες σε τυχερά παίγνια. Τι έχουμε στην πράξη; Εκατοντάδες μαγαζιά με την επιγραφή “καζίνο”, καφενεία, λέσχες και σωματεία, όπου κάθε βράδυ περιουσίες και ακίνητα χάνονται, δικηγόροι παρίστανται και συνομολογούν συμβόλαια ανταλλαγής περιουσιών με “μάρκες”, όμορφες αλλοδαπές προσφέρονται ως δώρο στους καλούς παίκτες. Αυτοκίνητα γεμάτα με οπλισμένους μπράβους, να διακόπτουν πολλές φορές ακόμη και την κυκλοφορία. Ο τζόγος να αποτελεί την κορυφαία πηγή εισοδήματος του υποκόσμου, ίσως και την κύρια πηγή μαύρου πολιτικού χρήματος. Όλοι τα έχουμε ακούσει, κανείς δεν τιμωρείται. Ελεγχόμενα, νόμιμα καζίνα δεν επιτρέπονται, είτε λόγω ιδεοληψιών, είτε λόγω προστασίας των συμφερόντων.
Για να ανακεφαλαιώσουμε λοιπόν, έχουμε ένα νόμο τον οποίο κανείς δεν εφαρμόζει και του οποίου το πνεύμα έχει γίνει πατσαβούρι. Το γράμμα όμως, όχι! Έτσι το σύστημα που απέτυχε παταγωδώς, εξάντλησε το γράμμα του νόμου, στέλνοντας σε δίκη 44 γιαγιάδες που, αντί να κάθονται στο σπίτι να περιμένουν να πεθάνουν, “κατέστρεφαν” το οικογενειακό εισόδημα, “τζογάροντας” στο ποκεριζέ το αστρονομικό ποσό των 2 ευρώ η κάθε μία! Αυτή την αντίληψη είχαν προφανώς οι αστυνομικοί, αξιωματικοί, εισαγγελείς και άλλοι, που παρέπεμψαν τις αιωνόβιες σχεδόν κυρίες στο δικαστήριο, “πατάσσοντας” έτσι τον τζόγο…
Δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος σε όλη αυτή την αλυσίδα να πάρει την ευθύνη πάνω του και να πει “κόψτε τις βλακείες και γινόμαστε ρεζίλι”. Τρέχει ξανά ο γενικός εισαγγελέας μετά για να αποφασίσει την αναστολή δίωξης και αφού η ζημιά έχει γίνει. Όπως και με την υπόθεση του ανθρώπου που φώναξε “βλάκα” τον πρόεδρο στο δρόμο. Τι να το κάνεις όμως το μετά;
Το έχω γράψει και θα το επαναλάβω: Έχουμε τις ιστορίες της Ήλιος, του Μαρί, του Αλ Καπόνε. Είχαμε πρόσφατα υπόθεση που τρεις μάρτυρες κατηγορίας άλλαξαν την κατάθεση τους και άλλος ένας που βρισκόταν στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων, βρέθηκε στα κατεχόμενα.
Τον πολίτη δεν τον ενδιαφέρουν οι νομικισμοί και τα τεχνικά για τα οποία δικηγόροι, εισαγγελείς, αστυνομία, βουλή και δικαστές επικαλούνται είτε για να πανηγυρίζουν, είτε για να διαπλέκονται, είτε για να σέρνουν το γαϊτανάκι των ευθυνών. Τον ενδιαφέρει ότι με τον ένα και τον άλλο τρόπο ουδείς “σοβαρός” καταδικάζεται, ενώ όλη η αυστηρότητα εξασκείται στους φουκαριάριδες που παίζουν κανά ευρώ, τρέχουν κανά χιλιόμετρο παραπάνω, ή ήπιαν μισό ποτό πάνω από το όριο. Χωρίς αξιολόγηση ή πρωτοβουλία, αστυνομικοί έχουν μετατραπεί εν πολλοίς σε ψιλικατζήδες και φοροεισπράκτορες, την ώρα που ο φιλοαστυνομικός σύνδεσμος ασχολείται με την “πάταξη” της σάτιρας…
Δουλειά του συστήματος απονομής δικαιοσύνης είναι πρώτα απ´ όλα να εμπνέει σεβασμό. Είναι να εμπεδώνει στον πολίτη το αίσθημα της λογικής, έξυπνης και ευνομούμενης πολιτείας. Δεν είναι να τροφοδοτεί τα social media και τα καφενεία με ατέλειωτες στιγμές κλαυσίγελου. Η δικαιοσύνη μπορεί να πρέπει να είναι τυφλή. Δεν δικαιούται όμως να είναι ανόητη.