Ζήσαμε, τους τελευταίους έξι μήνες, μία άνευ προηγουμένου τοξική κατάσταση. Ένα κλίμα τυφλής αντίδρασης και συσσωρευμένης οργής, πολλές φορές δικαιολογημένο και άλλες φορές με υπερβολή.
Βιώνουμε στην Κύπρο το απόλυτο οξύμωρο σχήμα. Έχουμε μία κυβέρνηση, που όχι μόνο χειρίστηκε επιτυχώς τις δύο μεγαλύτερες κρίσεις των τελευταίων δεκαετιών, αλλά έχει να παρουσιάσει και το πιο σημαντικό μεταρρυθμιστικό έργο από την αρχή της Κυπριακής Δημοκρατίας. Από την άλλη, διανύουμε μια άνευ προηγουμένου αμφισβήτηση της αξιοπιστίας των θεσμών, που συνοδεύεται και επιτείνεται από σειρά αντιθεσμικών συμπεριφορών πολλών αξιωματούχων. Τόσο η αβεβαιότητα στο εθνικό θέμα, όσο και το πλήγμα που έφεραν στη φήμη της χώρας οι αποκαλύψεις του Al Jazeera, επιτείνουν την ένταση της αντίδρασης που πολλές φορές ξεφεύγει από τα όρια της λογικής.
Έχουμε φτάσει στο σημείο να υιοθετούνται από αυτοαποκαλούμενους φιλελεύθερους τα αναρχικά, αντιεξουσιαστικά ρεύματα και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά ως πλατφόρμα που μπορεί να αποτελεί εναλλακτική επιλογή. Αδιαφορώντας πλήρως για το γεγονός ότι όλες οι εκδοχές αναρχισμού αντιτίθενται στην αντιπροσωπευτική́ δημοκρατία, το κράτος, το κοινοβούλιο, τα κόμματα και το σύνολο των πολιτικών θεσμών, τους οποίους οι αναρχικοί απορρίπτουν ως εξουσιαστικούς και καταπιεστικούς, καλώντας μάλιστα σε πολιτική ανυπακοή. Την πολιτική ανυπακοή ακούσαμε για πρώτη φορά δημόσια στην Κύπρο τον περασμένο Φεβρουάριο.
Τα άκρα και το περιθώριο δεν είναι ποτέ η λύση στα προβλήματα. Το ένα άκρο είναι ο φασισμός, που εκτέθηκε με την παραδειγματική τιμωρία όσων ευθύνονται για τη δολοφονία στην Ελλάδα του Παύλου Φύσσα. Το αντίστοιχο άλλο άκρο, πάλι στην Ελλάδα, οι αναρχικοί αντιεξουσιαστές, που ευθύνονται για την τραγωδία της Μαρφίν. Εκεί όπου τρεις άνθρωποι, μία εκ των οποίων έγκυος, κάηκαν ζωντανοί. Μια υπόθεση που μόλις προχθές άνοιξε ξανά για την Ελληνική δικαιοσύνη.
Έχουμε φτάσει στο σημείο αυτοαποκαλούμενοι φιλελεύθεροι να συμμερίζονται αναρχικά, αντιεξουσιαστικά ρεύματα ως εναλλακτική επιλογή. Η αντίδραση όμως δεν μπορεί να είναι τυφλή. Αυτό που χρειαζόμαστε σήμερα είναι να διορθώσουμε και να κτίσουμε την πολιτική από την αρχή.
Στο τραίνο της αγανάκτησης, όμως, έτρεξαν πολλοί να ανέβουν για να αποκομίσουν όφελος. Ετερόκλιτα σχήματα και κόμματα χωρίς κανένα όραμα για τον τόπο, απλά επιθυμούν να κεφαλαιοποιήσουν το αρνητικό κλίμα. Έχουμε – για παράδειγμα – το Κίνημα Οικολόγων και το κόμμα που λέει ότι δεν είναι κόμμα της κας Θεολόγου, που μαζεύουν και ταυτίζονται με ό,τι προκύψει, προκειμένου να ανεβούν εκλογικά. Όπως είχαν σπεύσει να συνταυτιστούν και με τους αναρχικούς αντιεξουσιαστές στις εκδηλώσεις τους. Χωρίς να έχουν καμία εποικοδομητική θέση σε κανένα φλέγον ζήτημα, αλλά μόνο μια μονότονη μουρμούρα και άρνηση σε όλα.
Πρόγευση για το τι πιθανόν μας περιμένει στη νέα βουλή, έχουμε πάρει στο σήριαλ του προϋπολογισμού. Εκεί όπου ο κατακερματισμός του πολιτικού συστήματος κινδύνεψε να αποσταθεροποιήσει πλήρως τη χώρα, την ώρα ακριβώς όπου ο κάθε πολίτης είχε το κράτος περισσότερη ανάγκη. Σκεφθείτε τι έχει να γίνει εάν οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιωθούν και έχουμε μία Βουλή – Βαβέλ, όπου τίποτα δεν θα μπορεί να περάσει τα επόμενα χρόνια. Ακόμη και η ψήφιση του προϋπολογισμού την επόμενη χρονιά θα τεθεί εν αμφιβόλω.
Την κυριαρχία της γκρίνιας ως πολιτική επιλογή, την έζησαν τελευταία πολλές χώρες με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Με κοινό τόπο ότι η ψήφος στόχευσε τυφλά στην καταδίκη. Η Ιταλία, η Βρετανία, η Ισπανία, οι ΗΠΑ και η Ελλάδα είναι ορισμένες από τις χώρες αυτές. Κέρδισαν οι πολίτες τους από αυτές τις επιλογές; Ασφαλώς όχι. Αντιθέτως πέρασαν μεγάλες περιόδους κοινωνικού και οικονομικού τρόμου και ανασφάλειας.
Το ερώτημα στην Κύπρο σήμερα είναι εάν θα μπούμε και εμείς στην περιδίνηση της γκρίνιας ή αν θα κτίσουμε την πολιτική από την αρχή. Δεν ζούμε στη χειρότερη χώρα του κόσμου. Το αντίθετο, έχουμε πάρα πολλά για να περηφανευόμαστε. Έχουμε όμως και πολύ σοβαρά προβλήματα και αδυναμίες που πρέπει ψύχραιμα να διορθωθούν.
Η χώρα μας χρειάζεται σήμερα ένα ευδιάκριτο όραμα που να αντιστοιχεί στη σύγχρονη εποχή και να εμπνέει τις νέες της γενιές. Η διαφάνεια πρέπει να κτιστεί στην πράξη και να προχωρήσει πιο γοργά στο νέο μοντέλο ανάπτυξης της χώρας. Να αναπτερωθεί η ελπίδα του Κυπριακού σε συνδυασμό με την γεωπολιτική μας αναβάθμιση. Να κτίσουμε πάνω στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και τις αξίες της πατρίδας μας, αντί να γκρεμίσουμε γκρινιάζοντας για τις αδυναμίες και τα ελαττώματα της.
Σε κάθε κρίση, ο κάθε νουνεχής άνθρωπος κάνει ένα βήμα πίσω για να δει την μεγάλη εικόνα αντί τη μικρή. Και όταν το κάνει αυτό, θα μπορεί να διακρίνει και τις διεξόδους από όσα – στην ένταση – φαντάζουν αδιέξοδα. Αν το κάνουμε όλοι, τότε η χώρα θα πάει μπροστά.